Η Κάτια Γέρου παρουσιάζει στην Πρέβεζα την ταινία του Κυριάκου Κατζουράκη USSAK

Η Κινηματογραφική Λέσχη Πρέβεζας παρουσιάζει την ταινία του Κυριάκου Κατζουράκη USSAK

Την ταινία θα προλογίσει και θα συζητήσει μαζί μας η πρωταγωνίστρια Κάτια Γέρου

Την Πέμπτη 24 Ιανουαρίου ώρα 9.00 μ.μ. στο Πολιτιστικό Κέντρο



Ussak: Μικρασιατικός πανάρχαιος τόπος συνάντησης πολιτισμών. Δρόμος μουσικής.

Η πύλη από το εδώ στο εκεί. Από τη δύση στην ανατολή, από το μπουζούκι στη βιόλα, και αντίστροφα. Και Ussak εδώ, τίτλος της τέταρτης ταινίας του Κυριάκου Κατζουράκη, θα μπορούσε να σημαίνει το πέρασμα από τη δυστοπική ζωή του σήμερα στην ευαγγελιζόμενη, ανά τους αιώνες, καλύτερη ζωή του αύριο.

Ussak η διεκδίκηση, ο υπαινιγμός, η αλληγορία, τα σύμβολα που ανακαλούνται, μεταξύ μνήμης και λήθης, οι αγωνίες και οι αγώνες που συμπλέκονται. Η εξαθλίωση και η ανύψωση, η παραίτηση αλλά και η αναζήτηση και η οδοιπορία στην απόλυτη αποτύπωσή τους.


Η Κάτια Γέρου, μια σύγχρονη ταλαντούχος ηθοποιός, γεννήθηκε στο Αγρίνιο, όπου έζησε μέχρι τα δεκάξι της. Ύστερα ήρθε με την οικογένειά της  στην Αθήνα. Εγγράφηκε στη Νομική, ασχολείται με τη μουσική- τραγουδάει υπέροχα- ώσπου περνάει στη θεατρική ομάδα του Πανεπιστημίου. «Για να μορφωθώ πήγα. Όχι γιατί είχα κάποια φλέβα», δηλώνει.  Το Μάιο του ΄75 ανεβάζουν με την ομάδα του Πανεπιστημίου στο Ηρώδειο τον «Κύκλο με την κιμωλία» του Μπρεχτ. Με δύο κορίτσια στο ρόλο της Γκρούσα στα δύο μέρη του έργου. Η Κάτια Γέρου θα είναι η πρώτη Γκρούσα. Την επόμενη χρονιά δίνει εξετάσεις στη δραματική σχολή του «Θεάτρου Τέχνης». Αυτό ήταν. «Όλα έγιναν λίγο τυφλά και τυχαία. Η αγάπη για το θέατρο σιγά σιγά ήρθε. Ήμουν άλλωστε ένα κλειστό και φοβισμένο παιδί». Το ΄79 μόλις αποφοιτά, ο Κουν τη ρίχνει στα βαθιά νερά: Κασσάνδρα στις «Τρωαδίτισσες» και Επίδαυρος. Εκτός από τον Κάρολο Κουν δύο άνθρωποι τη σημάδεψαν στην πορεία της: ο Γιώργος Λαζάνης, ο μέντοράς της- «μου έδωσε- και όχι μόνο σε μένα- το εφόδιο της εσωτερικής ευκινησίας. "Έναν ψυχρό ρόλο οφείλετε να τον παίζετε με θερμοκρασία" έλεγε»- και ο ζωγράφος, σκηνογράφος και σκηνοθέτης, σύντροφός της στη ζωή εδώ και είκοσι ένα χρόνια Κυριάκος Κατζουράκης, με τον οποίο ιδιαίτερα και από τους πρώτους ευαισθητοποιήθηκαν, μέσα από παραστάσεις και την ταινία «Ο δρόμος προς τη Δύση», στο θέμα «μετανάστες»- «μαζί του έμαθα κάτι που διάβαζα αλλά ποτέ δεν θα το έκανα μόνη μου: πως ένας καλλιτέχνης μπορεί να πάει και σε άλλες μορφές τέχνης. Μόνον έτσι δεν θα γεράσει η ψυχή του».

Ο Κυριάκος Κατζουράκης  Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1944. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας ζωγραφική με καθηγητή τον Γιάννη Μόραλη και σκηνογραφία με καθηγητή τον Βασίλη Βασιλειάδη (1963-1968). Το 1968 πήρε το βραβείο ζωγραφικής «Παρθένη». Συνέχισε τις σπουδές του στη χαρακτική στο Λονδίνο, στο St. Martin's School of Art (1973-1974) και στο Croydon College of Art (1974-1975). Στην πόλη αυτή παρέμεινε μέχρι το 1985 όπου με τη βοήθεια του E. Paolozzi και του Arts Council οργάνωσε το 1976 έκθεση της δουλειάς του στη Serpentine Gallery. Το 1986 επέστρεψε  στην Ελλάδα και ξεκίνησε συνεργασία του με τον Γιώργο Λαζάνη στο Θέατρο Τέχνης. Έως το 2007 δούλεψε σε 20 παραστάσεις. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της ομάδας 5 Νέοι Έλληνες Ρεαλιστές (1969-1972) μαζί με τον Γιάννη Βαλαβανίδη, Χρόνη Μπότσογλου, Γιάννη Ψυχοπαίδη και Κλεοπάτρα Δίγκα, και της Ευρωπαϊκής Ένωσης Καλλιτεχνών EUROPA 24 (1990-1998).

Σκηνογράφησε στον κινηματογράφο «Το προξενιό της Άννας» του Παντελή Βούλγαρη (1971) και έκανε τα κοστούμια για την θεατρική παράσταση «Μέρες του '36» του Θόδωρου Αγγελόπουλου (1971). Συνεργάστηκε με την ομάδα χορού Οκτάνα το 1993 και τον Βίκτωρα Αρδίτη το 1989. Από το 1995 με την Ομάδα Τέχνης δουλεύει συστηματικά πάνω στις σχέσεις της ζωγραφικής με το θέατρο, τη μουσική, τη φωτογραφία και τον κινηματογράφο. Επίσης, διεύθυνε το εικαστικό εργαστήριο του Υπουργείου Πολιτισμού στον Δήμο του Αιγάλεω (1997-2003).

Η ταινία του «Ο δρόμος προς τη Δύση» (2003) κέρδισε το 1ο Κρατικό Βραβείο καλύτερου Ντοκυμαντέρ και το διεθνές βραβείο κριτικών Fipresci. Το 2005 η ταινία του «Γλυκιά Μνήμη» απέσπασε δύο κρατικά βραβεία σκηνογραφία και β’ γυναικείου ρόλου καθώς και το βραβείο α’ γυναικείου ρόλου στο 14ο Διεθνές Φεστιβάλ Μεσογειακού Κινηματογράφου, Τετουάν, Μαρόκο 2006. Η Τρίτη του ταινία «Μικρές Εξεγέρσεις» (2009) αντιπροσώπευσε την Ελλάδα στο 50ο Διεθνές Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης 2009 και στο Cinema du Monde Montreal 2009.

Από το 2005 είναι τακτικός καθηγητής στην Σχολή Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και πρόεδρος του τμήματος  Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών.

Παρουσίασε το ζωγραφικό του έργο του σε περισσότερες από τριάντα ατομικές εκθέσεις σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας και στο Λονδίνο. Συμμετείχε σε ομαδικές εκθέσεις και διεθνείς διοργανώσεις: Πανελλήνιες (1967, 1975), Biennale Sao Paulo (1979) και Παρισιού (1980), Ευρωπάλια (Βρυξέλλες 1982) κ.ά.


Η ΤΑΙΝΙΑ
 Σε μια χώρα που πάσχει, κάπου στο μέλλον, πρόσωπα βυθισμένα σε απάθεια και ψευδαισθήσεις, μέσα από συναντήσεις και άγριες συγκρούσεις, αφυπνίζονται και διεκδικούν μιαν άλλη ζωή. Η ταινία εκτυλίσσεται μετά από 2 – 3 δεκαετίες, σε ένα δυστοπικό μέλλον όπου κυριαρχούν μελανοχίτωνες, ξένοι επενδυτές και δημοσιογράφοι προσκολλούμενοι της εξουσίας.
Παρακολουθεί ετερόκλητους ανθρώπους, μια περιπλανώμενη περφόρμερ, ένα μυστηριώδες μικρό κορίτσι, έναν drag showman, έναν συνειδητό περιθωριακό, εκπροσώπους μιας ακαθόριστης εξουσίας, ομάδες αγροτών. Οι ιστορίες τους διασταυρώνονται και οι ζωές τους αλλάζουν. Μικροί θύλακες αντίστασης, αγωνίζονται για την αξιοπρέπειά τους, διαμορφώνοντας τους δικούς τους κώδικες επικοινωνίας και, το σημαντικότερο, τα δικά τους ιδανικά, δίνοντας τις δικές τους μάχες. Μπορεί κανείς μέσα σε ακραίες συνθήκες να διεκδικήσει μια ολοκληρωμένη ζωή και όχι μόνο την επιβίωσή του; Μήπως αυτό είναι ουτοπία; Και τι σημαίνει ουτοπία;

Σ’ αυτό το τελευταίο η ταινία απαντάει. Λέγεται κάπου στο τέλος της αφήγησης: «Ο ουτοπιστής, φίλε, είναι ο απόλυτος υλιστής».

Στη βάση της ιστορίας η έννοια του σπόρου -με όποια μορφή κυριολεκτική, μεταφορική, συμβολική-μπορεί να τον σκεφτεί κανείς. Βαθιά πολιτική ταινία, σχόλιο των καιρών μας!

«Το σενάριο, στη διάρκεια της τετραετίας που γραφόταν, άρχισε από μυθοπλασία να μετατρέπεται σε ένα ιδιότυπο ντοκυμαντέρ. Καταστάσεις στο σενάριο που ανήκαν στη σφαίρα της φαντασίας, άρχισαν να συμβαίνουν στην πραγματικότητα! Έτσι λοιπόν, η δημιουργία της ταινίας έγινε επείγουσα»

Ο Κυριάκος Κατζουράκης έχει ζωγραφίσει όλες τις σκηνές του USSAK, φτιάχνοντας ένα ιδιόμορφο storyboard, το οποίο στέκεται σαν ολοκληρωμένο έργο. Το «ζωγράφισμα» της ταινίας δεν εμποδίζει την φαντασία των συντελεστών, αντίθετα τροφοδοτεί τον δημιουργικό διάλογο μεταξύ τους. Πριν από πέντε χρόνια ο Κυριάκος Κατζουράκης και η Κάτια Γέρου άρχισαν να γράφουν το σενάριο του USSAK εν μέσω της αναταραχής στη χώρα. Σημαντικό μέρος από τα γυρίσματα της ταινίας πραγματοποιήθηκε στο εργοστάσιο των Λιπασμάτων της Δραπετσώνας, που ο δήμος Κερατσινίου – Δραπετσώνας θέλει να μετατρέψει σε χώρο πράσινου και αναψυχής. Η επιλογή αυτή από το σκηνοθέτη είναι μια μικρή συμβολή στον αγώνα  των κατοίκων της περιοχής για να διασωθεί ο χώρος από τους ιδιώτες.

«Σήμερα 15 χρόνια μετά από την πρώτη μας ταινία «Ο Δρόμος προς τη Δύση», που έχει θέμα τους πρόσφυγες, μιλάμε για τη δική μας πραγματικότητα σα να είμαστε πρόσφυγες στον τόπο μας.»

Oυσάκ: Δραματοποιώντας το πραγματικό,
του Γιώργου Μανιάτη

Είχα την τύχη να παρευρεθώ στην πρεμιέρα της φερώνυμης ταινίας του Κυριάκου Κατζουράκη. Όταν βγήκα από την Αλκυονίδα αισθανόμουν ένα σφίξιμο στο στομάχι γιατί το έργο που μόλις είχα δει αποτύπωνε μια τόσο ορατή, αλλά και συνάμα «αόρατη», πραγματικότητα της σύγχρονης (νεοελληνικής) κοινωνίας, με τρόπο βαθιά ρεαλιστικό και γι’ αυτό έντονα συμβολικό και ποιητικό.

Είναι αλήθεια ότι πάντοτε εμφιλοχωρεί μια κάποια προκατάληψη, όταν κάποιος καταξιωμένος σε άλλη τέχνη κάνει κινηματογράφο. Ποιο θα ‘ναι το αποτέλεσμα; Ένα παιχνίδι; Εξεζητημένη αξιοποίηση της εικαστικής γραφής; Επίδειξη μαστοριάς στην κατασκευή μεμονωμένων εικόνων; Τίποτε απ’ αυτά. Ο Κατζουράκης είναι κινηματογραφιστής που ζωγραφίζει και ζωγράφος με ματιά κινηματογραφιστή. Αποφεύγω τον όρο «σκηνοθέτης», αφού ο δημιουργός γράφει και εγγράφει την πραγματικότητα σ’ ένα χωροχρονικό πλαίσιο που επιλέγει, ώστε η ματιά του να γίνεται και δική μας ματιά. Δεν ερμηνεύει δραματοποιώντας ένα κείμενο, αλλά δραματοποιεί το πραγματικό, προσεγγίζοντας το βάθος της κοινωνικής αιτιότητας, όπως θα ’λεγε ο Μπρεχτ.

Η ταινία απεικονίζει την κλιμάκωση αυθόρμητου-συνειδητού. Όχι με τη συνήθη μηχανιστική αντίληψη του πρώτα και ύστερα, αλλά με τη διαλεκτική των αντιθέσεων που συγκροτούν οι μεταξύ τους στιγμές. Αυθόρμητο δίχως συνειδητό είναι το ξέσπασμα. Συνειδητό δίχως αυθόρμητο είναι η ιδεοληπτική κατασκευή. Ο Κατζουράκης περνάει από το ένα στο άλλο και αντίστροφα, αναγνωρίζοντας τα όρια και τις αντιφάσεις της σύγχρονης ανθρώπινης εμπειρίας. Μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο-πλαίσιο κινείται, περιπλανιέται, ταλαντεύεται, αναζητεί, θεωρεί και αναθεωρεί, διαψεύδεται και επιβεβαιώνεται, πάσχει και συμπάσχει η ηρωίδα (στην έξοχη ερμηνεία της Κάτιας Γέρου). Δι’ ελέου και φόβου έρχεται η κάθαρση των παθημάτων, δικών της και δικών μας.

Βλέποντας το πρώτο επίπεδο της ταινίας, το σύγχρονο περιθώριο, μου ερχόταν επίμονα στο μυαλό η διαπίστωση του Μισέλ ντε Σερτώ ότι η σημερινή φυσιογνωμία της περιθωριακότητας δεν αφορά πια μικρές ομάδες. Είναι μια μαζική περιθωριακότητα. Οι βίαιες εικόνες της κρίσης που αποτυπώνονται στο έργο αφορούν, στην ένταση της ορατότητάς τους, το σήμερα αλλά, ταυτόχρονα, καταδεικνύουν και τον πυρήνα της καπιταλιστικής δυσμορφίας. Ο Κατζουράκης δεν φιλμογραφεί το χρονικό αλλά την ανατομία της κρίσης. Ο κόσμος της διαπλοκής και της αυταρχικότητας, η αγοραπωλησία των συνειδήσεων, ο εκφασισμός, η εξαθλίωση, η απομόνωση, τα αδιέξοδα που πνίγουν και οι πνιγηροί δρόμοι της καθημερινότητας δεν αφορούν μόνο το σήμερα. Ξεκινούν απ’ αυτό. Η μετανάστευση ψυχών και ανθρώπων, οι άστεγες επιδιώξεις του βίου και η αφανής-εμφανής βία της εξουσίας, της όποιας εξουσίας, τονίζονται τόσο και έτσι ώστε να αποφεύγεται ο πειρασμός του γραφικού και να αναδεικνύεται η ωμότητα του συμβολικού.

Στη θέση της ελιτίστικης παρέας του αστικού κόσμου, ο Κατζουράκης, αντιπαρατάσσει τις αλληλέγγυες κοινότητες πασχόντων και μαχόμενων, χωρίς κραυγές και ανέξοδα συνθήματα, ανθρώπων. Αυτό το σκίρτημα, πέρα από σχήματα παγιωμένα και παγερά, των σύγχρονων κολασμένων της γης δίνει φώς σε μια ζοφερή και γι’ αυτό ελπιδοφόρα πραγματικότητα.

Αξίζει, οπωσδήποτε, να τη δείτε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

ΒΙΝΤΕΟ

[ΒΙΝΤΕΟ][bsummary]

ΘΕΜΑ

[ΘΕΜΑ][bsummary]

ΥΓΕΙΑ

[ΥΓΕΙΑ][twocolumns]

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

[ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ][twocolumns]